- εμπεδόμυθος
- ἐμπεδόμυθος, -ον (Α)1. αυτός που παραμένει σταθερός στον λόγο του2. αληθινός, συνεπής.
Dictionary of Greek. 2013.
Dictionary of Greek. 2013.
ἐμπεδόμυθος — steadfast to one s word masc/fem nom sg … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
ἐμπεδόμυθον — ἐμπεδόμυθος steadfast to one s word masc/fem acc sg ἐμπεδόμυθος steadfast to one s word neut nom/voc/acc sg … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
μύθος — Παραδοσιακή αφήγηση ενός λαού, στην οποία αποδίδονται ιδιαίτερες αξίες ιερού χαρακτήρα. Ο όρος, τον οποίο οι αρχαίοι Έλληνες χρησιμοποιούσαν για τις φανταστικές διηγήσεις, υποδηλώνει μέχρι σήμερα την πιθανότητα και την αντικειμενική αναξιοπιστία… … Dictionary of Greek